- μυασθένεια
- ηιατρ. α) πάθηση που χαρακτηρίζεται από εξασθένηση τής μυϊκής ισχύος8) φρ. «βαρεία μυασθένεια» — πάθηση που αποτελεί συνέπεια τής διαταραχής τής λειτουργίας τής νευρομυϊκής σύναψης και χαρακτηρίζεται από προοδευτική και ταχεία εξάντληση τής μυϊκής ισχύος κατά τη διάρκεια επαναλαμβανόμενων ή συνεχών προσπαθειών.[ΕΤΥΜΟΛ. αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. myasthenie < μύς + ασθένεια)].
Dictionary of Greek. 2013.